Η Διπολική σκέψη.

Η δοκιμασία για μιας πρώτης τάξεως ευφυΐα είναι η ικανότητα να συγκρατείς δύο αντίθετες ιδέες στο μυαλό, ταυτόχρονα (F.Fitzgerald)
Η διπολική σκέψη αντιλαμβάνεται την πραγματικότητα με βάση τη διχοτόμηση. Η διευθέτηση του εσωτερικού μας κόσμου στηρίζεται στη διχοτόμηση. Η αποτελεσματική λειτουργία της επομένως, αποτελεί προαπαιτούμενο της μεταγενέστερης απαρτίωσης και θεμέλιο της κριτικής λειτουργίας της νόησης.

Η διχοτόμηση είναι επίσης χρήσιμη, επειδή συμβάλλει στην αναστολή συγκινησιακών καταστάσεων έντονης αγωνίας, αφήνοντας έτσι περιθώρια στο άτομο να καταλήξει σε μια απόφαση, να κάνει τις ηθικές του επιλογές ή να διαμορφώσει μια γνώμη.

Η διχοτόμηση μπορεί να είναι ευεργετική όσο και παθολογική. Η ευρέως παρατηρούμενη τάση να διχάζουμε τον κόσμο γύρω μας σε μαύρο ή άσπρο, καλό ή κακό,σωστό ή λάθος, αγάπη ή μίσος, δίκαιο ή άδικο, όμορφο ή άσχημο, παράδεισο ή κόλαση, νίκη ή ήττα, επιτυχία ή αποτυχία, διατηρείται σε όλη τη διάρκεια της ζωής και επηρεάζει βαθιά τις στάσεις μας όχι μόνο απέναντι σε κοινωνικούς, πολιτικούς ή θρησκευτικούς θεσμούς, αλλά και στις διαπροσωπικές, οικογενειακές, κοινωνικές, και επαγγελματικές μας σχέσεις.

Η διχοτόμηση είναι πρωτόγονος/ανώριμος αμυντικός μηχανισμός που χρησιμοποιείται από το άτομο όταν αδυνατεί να αποφύγει τη σύγκρουση που προκαλούν τα αμφιθυμικά συναισθήματα που του προκαλούν οι σχέσεις και ο εαυτός του.

Αποτελεί αποτυχία αντιμετώπισης του άγχους και ανικανότητα διαχείρισης των αντιφατικών συναισθημάτων. Όταν τα συναισθήματα προβάλλονται στο περιβάλλον αυτό έχει ως αποτέλεσμα τα άτομα να χωρίζουν το περιβάλλον σε καλά και κακά μέρη.

Η διχοτόμηση είναι αποτέλεσμα της μη ομαλής ανάπτυξης του «Εγώ» και αποτυχίας της ανάπτυξης τεσσάρων λειτουργιών του «Εγώ» :

της διαχείριση της πραγματικότητας,
της ανοχής στην απογοήτευση,
της αντίστασης στον παρορμητισμό
της σταθερότητας στις σχέσεις.
Η σκέψη ως υπνωτικό χάπι
Η παθολογική όψη της διχοτόμησης στερείται συλλογισμού και σύνθεσης. Αδυνατεί να συλλάβει το φάσμα των πιθανών καταστάσεων που συμβάλλουν στην εμφάνιση μιας συμπεριφοράς ή/και στην πρόκληση ενός γεγονότος. Κινείται σε αυστηρά γραμμική αντίληψη των πραγμάτων και υπολείπεται ολιστικής και πολυδιάστατης νόησης.

Η διπολική σκέψη ηχεί τη μονοδιάστατη αντίληψη των πραγμάτων και σε αυτό συμβάλλει και η λειτουργία της γλωσσικής έκφρασης, όπου η πρόταση γίνεται όλο και πιο σύντομη και σε αυτήν, τονίζεται το υποκείμενο. Έτσι είναι αδύνατο να συσταλεί σε μία μονολεκτική διατύπωση. Η απομονωμένη λέξη ξεφεύγει από την αρχή της αντίφασης. Δεν είναι δυνατόν να αμφισβητηθεί η αλήθεια της ούτε να της αντιπαραβληθεί μία αντιφατική πρόταση. Η σκέψη που δεν κοπιάζει ή αδυνατεί να συλλάβει το ενδιάμεσο φάσμα που διέρχεται μεταξύ δύο αντιθέτων εννοιών και καταστάσεων, αφοπλίζει τον ανθρώπινο νου από τις κριτικές ικανότητές του και του επιβάλλει ως δεδομένο ό,τι είναι λογικά αντιφατικό. Έτσι η σκέψη γίνεται υπνωτικό χάπι. Η γλώσσα αποκτάει μια καθαρά μαγική ή εκτελεστική λειτουργία.

Η διπολική σκέψη διέπει όλες τις εκφάνσεις της καθημερινότητας καθιστώντας την ανυπόφορη κι εμάς αδύναμα, αδικημένα, ανυπεράσπιστα και οργισμένα θύματά της, συναισθηματικά ακρωτηριασμένα.

Όλες οι σχέσεις αγάπης περιέχουν αμφιθυμικά συναισθήματα
«Είμαι θυμωμένη μαζί σου, αυτό, όμως δεν αλλάζει το ότι σε αγαπώ και σε νοιάζομαι»

Ο Freud διαπιστώνει πως η αμφιθυμία εμπλέκεται σε όλες τις στενές και διαπροσωπικές σχέσεις. Ενώ συνειδητά αισθανόμαστε πραγματική και ρεαλιστική αγάπη προς τον σύζυγο, σύντροφο, γονέα ή το παιδί μας, υποδόρια συναισθήματα, φαντασιώσεις και σκέψεις που αφορούν ανεκπλήρωτες ανάγκες καιροφυλακτούν να εμφανιστούν από τον ασυνείδητο «κόσμο» μας.

Αυτό, δεν πρέπει να μας τρομάζει, γιατί δεν πρόκειται να μας καταβροχθίσει, όπως νομίζουμε. Αντιθέτως, η αγάπη και το μίσος αποτελούν τις όψεις του ίδιου νομίσματος που απεικονίζει την ανθρώπινη φύση μας και την σχέση μας ως προς τον εαυτό μας και ως προς τους σημαντικούς «άλλους» της ζωής μας. Δεν είναι παθολογικό. Γίνεται παθολογικό όταν το αρνούμαστε.

Η διπολική αντίληψη της πραγματικότητας, θεωρείται πρωτογενές φαινόμενο της ψυχοδιανοητικής ζωής στη βρεφική ηλικία.

Σύμφωνα με την Melanie Klein, κάθε άνθρωπος και συνεπώς κάθε σχέση περιέχει το καλό και το κακό και τις ενδιάμεσες διακυμάνσεις και αποχρώσεις. Όμως η εκπαίδευση που λαμβάνουμε και η αποτύπωση της πραγματικότητας μέσα από το δημόσιο λόγο αντιμετωπίζει τα γεγονότα, τον άνθρωπο και τις συμπεριφορές ως δίπολο, δηλ., είτε ως καλές είτε ως κακές. Εξαιτίας του στρες τα άτομα χάνουν την ικανότητά τους να βλέπουν το καλό και το κακό στο ίδιο αντικείμενο. Καταλήγουν να το αντιλαμβάνονται είτε ως καλό είτε ως κακό, χωρίς ενδιάμεσες συναισθηματικές αποχρώσεις και λογικές πιθανότητες.

Από την ψυχαναλυτική προσέγγιση μαθαίνουμε ότι το βρέφος βιώνει και ενδοβάλλει δύο κατηγορίες αντιφατικών εμπειριών: αφενός τα «καλά», χορταστικά συναισθήματα φροντίδας, τα οποία συνδέονται με μια ευτυχισμένη κατάσταση που προκαλείται από την τροφή, τη ζεστασιά και την απτική επαφή με τη μητέρα, και αφετέρου τα «κακά» συναισθήματα που συνδέονται με τον αποχωρισμό, την εγκατάλειψη, την πείνα και την αίσθηση του υγρού και του κρύου. Όλα αυτά αποτελούν τον πυρήνα των συναισθημάτων αγάπης και μίσους και αποτελούν εκδηλώσεις των ενορμήσεων της ζωής και του θανάτου.

Ο μόνος τρόπος που διαθέτει το βρεφικό «εγώ», για να διατηρήσει την ψυχική του ισορροπία είναι να κρατά χωριστά το καλό από το κακό. Το βρέφος ενδοβάλλει και ταυτίζεται με τις εμπειρίες του καλού «εγώ», ενώ διαχωρίζει και αποπέμπει τα κακά «μη εγώ» συναισθήματα και τα προβάλλει προς τα έξω. Αυτή η διχοτόμηση αποτρέπει τη σύγκρουση που προκαλούν τα αμφιθυμικά συναισθήματα αγάπης και μίσους προς τη μητέρα, που είναι στην πραγματικότητα ένα και το αυτό πρόσωπο.

Η «διχοτόμηση»είναι φαινόμενο με δύο όψεις.
Σύμφωνα με το ψυχαναλυτικό μοντέλο, η διχοτόμηση, από τη μια αποτελεί αναγκαία άμυνα, η οποία επιτρέπει να επωαστεί μια βασική αίσθηση αυταξίας και καλοσύνης, απρόσβλητη από τα κακά συναισθήματα της οργής και της απογοήτευσης. Η σωστή μητρική φροντίδα μετριάζει τις σύμφυτες τάσεις του βρέφους να διχοτομεί. Ο συντονισμένος γονέας, δηλαδή, ο αποδεκτικός γονέας, επιτρέπει σε αυτά τα κακά συναισθήματα, τα οποία κατακλύζουν το παιδί, να υπάρχουν και να μπορεί το παιδί να τα εκφράζει χωρίς να φοβάται πως απειλείται από την απόρριψη του γονέα. Αυτή, η αποδοχή από την πλευρά του γονέα οδηγεί το παιδί σε κατάσταση απαρτίωσης των αρνητικών συναισθημάτων του στο σύνολο της ψυχικής του λειτουργίας.
Από την άλλη πλευρά η ελλιπής γονεϊκή φροντίδα, το ελλειμματικό οικογενειακό περιβάλλον αποτελούν το δομικό έδαφος της διχοτόμησης.

Η διχοτόμηση μπορεί να λειτουργήσει σαν ένα είδος φρένου της ανάπτυξης, εάν η αποτοξινωτική διάθεση του γονιού, δηλαδή, να ανακουφίσει το παιδί από το εσωτερικό του μαρτύριο, δεν είναι στη διάθεση του βρέφους, λόγω παραμέλησης, ασυνέπειας και κακοποίησης τότε τα κακά (βασανιστικά) συναισθήματα γίνονται πολύ έντονα και κυριολεκτικά ανυπόφορα, με αποτέλεσμα να είναι αδύνατο να απαρτιωθούν.

Τα όρια της σκέψης μου είναι τα όρια του κόσμου μου
Στο ταξίδι της αμφιβολίας τους από το πριν στο μετά οι άνθρωποι, αυτοί οι γνωστοί-άγνωστοι που ασύλληπτοι συνεχίζουν να διεκδικούν την αγωνία και το αύριο, έχουν την ευκαιρία και την υποχρέωση να νιώσουν και να σκεφθούν πολλά. Για τον εαυτό τους και τους άλλους. Για την εικόνα και την ουσία του κόσμου. Για το εντός και το επέκεινα. Στην προσπάθειά τους αυτή ο πιο αφοσιωμένος σύμμαχος και εχθρός βρίσκεται μέσα στο ίδιο το κεφάλι τους. Εκεί που εγκέφαλος και νους πασχίζουν ασταμάτητα να δώσουν μορφή και νόημα σε στοιχεία και στοιχειά.

Έχουμε ποτέ αμφισβητήσει την φύση της πραγματικότητάς μας;
Η αμφιβολία απορρέει από την συνειδητοποίηση ότι ο κόσμος μας διέπεται από ασυνέπεια και (σύμφωνα με τον Αριστοτέλη) μέγιστη ασάφεια, και ότι αυτά που γνωρίζει ο καθένας μας είναι απειροελάχιστα σε σχέση με αυτά που δεν γνωρίζει. Η αμφιβολία είναι η επώδυνη μύηση στην επίγνωση, στην αυταξία, στον αυτοέλεγχο, στην αυτοεκτίμηση, στην ωριμότητα Είναι αρετή και η σκέψη πως οποιαδήποτε στιγμή η ζωή μας μπορεί να αλλάξει από ένα τυχαίο γεγονός, χωρίς καμία προειδοποίηση. Είναι σίγουρο πως η αμφιβολία μας ξεβολεύει γιατί βασική της προϋπόθεση είναι η εγρήγορση και η ετοιμότητα, ενώ ο άνθρωπος συνήθως έχει την ανάγκη να πιστεύει σε βεβαιότητες και να αντιλαμβάνεται την ζωή του με βάση διπολικές πεποιθήσεις προκειμένου να παραμένει αδρανής και υποταγμένος σε πρωτόγονα ένστικτα, ακριβώς όπως τα βρέφη διαχωρίζουν σε «καλή» και «κακή» μαμά.

Στη θεραπεία
Πώς ο γονιός ανακουφίζει (θεραπεύει) το παιδί

Το παιδί ζει μέσα σε ένα σύννεφο που χαρακτηρίζεται λιγότερο από μακαριότητα και περισσότερο από φθόνο, οργή και απογοήτευση. Η κατάσταση αυτή εξισορροπείται όταν, με τη βοήθεια του γονιού, το βρέφος έρχεται να αναγνωρίσει την αγάπη του για τον «καλό» γονιό και παράλληλα συνειδητοποιεί ότι το πρόσωπο του μίσους και του φόβου του είναι το ίδιο πρόσωπο που αγαπά και από το οποίο εξαρτάται, έτσι το καλό και το κακό, η αγάπη και το μίσος συγχωνεύονται. Η αμφιθυμία σχετίζεται με την συναισθηματική ωρίμανση. Η μητέρα δηλαδή, είναι τόσο πηγή φροντίδας όσο και ματαιώσεων. Η ενοχή και η «κατάθλιψη» που συνδέονται με την συνειδητοποίηση αυτή ενισχύει την εμβάθυνση της κατανόησης του εαυτού αλλά και των άλλων, και αποτελεί το ερέθισμα για επανορθωτικές και δημιουργικές πράξεις. Η αλληλενέργεια ανάμεσα σε αυτές τις δύο θέσεις συνεχίζεται καθ΄όλη τη διάρκεια της ζωής και χαρακτηρίζει τους ρυθμούς όλων των μειζόνων σημείων κρίσης της ψυχολογικής ανάπτυξης. Η αντοχή στην αμφιθυμία συνεπάγεται την επικράτηση της αγάπης επάνω στο μίσος.

Πώς ο ενήλικας θεραπεύει (ανακουφίζει) τον εαυτό του

«δεν παραμένουμε στις γερές και σταθερές βάσεις της άγνοιας» (F.Nietzsche)
Η θεραπεία μέσα από τον λόγο, την σιωπή, την κίνηση, ενεργοποιεί τις αισθήσεις, κινητοποιεί δημιουργικά την περιέργεια που οφείλουμε να έχουμε για τον εαυτό μας και στοχεύει στην έναρξη μίας εσωτερικής συζήτησης, η οποία συνεχίζεται και όταν φύγουμε από το περιβάλλον της θεραπείας. Αυτή, η εσωτερική συζήτηση ανακαλύπτει και μας αποκαλύπτει γιατί σκεφτόμαστε έτσι όπως σκεφτόμαστε, γιατί φερόμαστε έτσι όπως φερόμαστε, δηλ., μας οδηγεί στη Μεταγνώση, που αποτελεί και έναν από τους βασικούς στόχους κάθε θεραπείας.

Ξεβολευόμαστε από την συνήθεια που αγκυλώνει τη σκέψη και τη δράση μας. Στη θεραπεία καθώς μιλάμε, ακούμε τον εαυτό μας να μας μιλάει και παράλληλα να κατανοεί τα λεγόμενά του, καθώς ξετυλίγονται οι συνειδητές σκέψεις μας ενώ παράλληλα ξεπηδούν οι υποσυνείδητες αγωνίες μας. Ξεπερνάμε τον «εγωκεντρισμό» μας, ανακαλύπτουμε και βιώνουμε το συναίσθημά μας, διερευνάμε τους φόβους, τις αγωνίες, τις επιθυμίες και τα ασυνείδητα κίνητρα που υποκινούν τη δράση μας. Απομυθοποιούνται οι προκαταλήψεις και τα στερεότυπά μας. Ενισχύεται η βαθύτερη, ειλικρινής και πληρέστερη γνώση μας για τα συναισθήματά μας και τις σκέψεις μας.

Η σκέψη γίνεται ευέλικτη καθώς ανακτά την εγγενή ιδιότητα του εγκεφάλου, την πλαστικότητα, κατά την οποία μπορούμε ταυτόχρονα να επεξεργαστούμε πολλές και αντιφατικές πληροφορίες,, να εντοπίσουμε και να χρησιμοποιήσουμε τις διαθέσιμες πηγές από τις οποίες μπορούμε να αντλήσουμε ενέργεια και δύναμη, να βρούμε και να εκμεταλλευτούμε τις εναλλακτικές επιλογές μας. Έτσι, βγαίνουμε από τα στενά όρια της υποκειμενικότητάς μας, βλέπουμε τα πράγματα από διαφορετική οπτική και καταλήγουμε να αλλάξουμε την πορεία της σκέψης και της διάθεσής μας απέναντι σε ό,τι αφορά την ζωή και την καθημερινότητά μας.

Μέσα από τη θεραπευτική διαδικασία μαθαίνουμε να κατανοούμε τις σκέψεις και τα συναισθήματα που μας προκαλούν οι επιλογές μας, μπορούμε να προβλέψουμε τα αποτελέσματα των επιλογών μας. να αναλάβουμε ρίσκα που δεν τολμούσαμε να διανοηθούμε. Διευρύνονται οι ορίζοντές μας και είμαστε ανοιχτοί σε νέα γνώση.

Η σωστή έκφραση του απωθημένου, έτσι όπως επανεμφανίζεται κατά τη διάρκεια της θεραπευτικής σχέσης, έχει ως συνέπεια να αποκαταστήσει την τάξη στην προσωπική μας ιστορία και να απαλλάξει τα ένστικτά μας από την τάση να επαναλαμβάνουμε ό,τι εμποδίζει την ελευθερία μας. Γινόμαστε οι κύριοι του εαυτού μας και το κάνουμε με μπόλικη δόση χιούμορ.

Source: e-psychology.gr

Η διάγνωση μιας χρόνιας πάθησης.

Η διάγνωση μιας χρόνιας ασθένειας αποτελεί ένα γεγονός που όλοι οι άνθρωποι φοβούνται και πάντα αγωνιούν κρυφά μήπως προκύψει στη ζωή τους.
Σε κάποιους όμως συμβαίνει στην πραγματικότητα και έτσι εκείνοι καλούνται να αντιμετωπίσουν μια νέα πραγματικότητα που κλονίζει βασικές άμυνες και συνθήκες ζωής που είχαν τεθεί μέχρι τότε στην καθημερινότητά τους.

Ψυχικό Τραύμα
Δουλεύοντας αρκετά χρόνια με ανθρώπους που αντιμετωπίζουν χρόνια νοσήματα θεωρώ σημαντικό να επισημάνω ότι ένα στοιχείο που συχνά παραβλέπεται, συνήθως στην προσπάθεια άμεσης ανάγκης αντιμετώπισης και ίασης της ασθένειας, είναι το έντονο ψυχικό τραύμα που αποτελεί για τον πάσχοντα το στάδιο της διάγνωσης της ασθένειάς του.

 

Είναι ένα τραύμα με πολλές παραμέτρους και συνιστώσες. Καταρχήν, η στιγμή της διάγνωσης της ασθένειας αποτελεί ένα αρχικό σοκ και ο ασθενής μπορεί να νιώθει ότι δεν συμμετέχει, δεν είναι παρών ή δεν αφορά τον ίδιο. Δεν μπορεί να πιστέψει ότι η διάγνωση απευθύνεται στον ίδιο και ότι ο ίδιος βρίσκεται σε κίνδυνο της υγείας του. Ο τρόπος με τον οποίο θα αναγγελθεί η διάγνωση είναι σημαντικός και συνοδεύει τον άρρωστο σε όλη την πορεία αντιμετώπισης της ασθένειας.

Ο ασθενής εκείνη τη στιγμή έρχεται αντιμέτωπος με μια αλλαγή του status της ζωής του σε πολλά επίπεδα. Η αίσθηση ασφάλειας και σιγουριάς κλονίζεται, η αίσθηση συνέχειας διαταράσσεται, το μέλλον παίρνει μια άλλη μορφή Όλα όσα μέχρι πριν από λίγο ήταν δεδομένα, τώρα τίθενται σε μια νέα αβέβαιη προοπτική Και, παράλληλα με όλα αυτά, πρέπει να καταβληθεί μια υπέρμετρη προσπάθεια προκειμένου να αντιμετωπιστεί το ιατρικό σκέλος της ασθένειας καθώς βέβαια και, στις περισσότερες περιπτώσεις, μια επώδυνη διαδικασία αναμονής ιατρικών εξετάσεων και αποτελεσμάτων στις οποίες οι ψυχικές αντοχές του πάσχοντος δοκιμάζονται υπέρμετρα.

Διαταραχή Μετατραυματικού Στρες
Βιβλιογραφικά αναφέρονται πολλές έρευνες που ανακοινώνουν τη διαταραχή μετατραυματικού στρες σε ασθενείς που έχουν διαγνωστεί με μια χρόνια ασθένεια. Το μετατραυματικό στρες αφορά την ψυχολογική κατάσταση που βιώνει ένα άτομο που έχει ζήσει ένα τραυματικό γεγονός που απείλησε άμεσα την ψυχική και σωματική του ακεραιότητα. Μια εμπειρία που σοκάρει και απειλεί άμεσα την ψυχική ακεραιότητα του ατόμου είναι και η λήψη μιας ιατρικής διάγνωσης απειλητικής για τη ζωή. Το γεγονός αυτό συχνά παραβλέπεται ενώ η πλειοψηφία των πασχόντων αναφέρουν ότι ήταν μια εμπειρία που άλλαξε τη ζωή τους, ακόμη και αν, αργότερα, έλαβαν θετικά νέα σχετικά με την έκβαση της υγείας τους.

Το επίσημο διαγνωστικό εγχειρίδιο της Αμερικανικής Ψυχιατρικής Εταιρείας DSM-IV αναγνωρίζει πλέον τη διάγνωση μιας ασθένειας απειλητικής για τη ζωή ως μια εμπειρία τραύματος που μπορεί να οδηγήσει στη δημιουργία διαταραχής μετατραυματικού στρες. Έτσι, τονίζεται ότι η υπέρμετρη και μονομερής έμφαση στην παροχή ιατρικής φροντίδας παραμερίζει το γεγονός των υψηλών επιπέδων στρες που εμφανίζονται και προφανώς επηρεάζουν την πορεία της υγείας του ασθενή, τη συμπεριφορά του κατά την ιατρική περίθαλψη και, φυσικά, και τη μελλοντική πορεία της ασθένειας καθώς ο ίδιος θεραπευόμενος μπορεί να επανεμφανίσει συμπτώματα, να νοσήσει στο μέλλον κοκ. Συνεπώς, παράλληλα με την οργανική φροντίδα είναι εξίσου σημαντική και η ψυχολογική φροντίδα των ασθενών προκειμένου τα υψηλά επίπεδα άγχους να μην επηρεάζουν αρνητικά την εξέλιξη της ασθένειάς αλλά και τη συνολική ψυχική και σωματική τους υγεία.

Παράλληλα με τη διάγνωση της ασθένειας ο πάσχων έρχεται αντιμέτωπος με ένα μέλλον που είναι αβέβαιο και μια αίσθηση απώλειας ελέγχου σε ζωτικές παραμέτρους της ζωής του. Αυτά που μέχρι πρότινος ήταν δεδομένα, δεν είναι πια, ακόμη και η επιβίωσή του. Η αίσθηση του αγνώστου τρομάζει. Πώς θα εξελιχθεί η ασθένεια; Πώς θα εξελιχθεί η ζωή και η καθημερινότητα μελλοντικά; Οι συνθήκες αυτές επιφέρουν ουσιαστικά μια διαδικασία πένθους για τις πολλές και σημαντικές απώλειες που βιώνονται, σε ψυχικό και σωματικό επίπεδο.

Χαρακτηριστικά Συναισθήματα στη Διάγνωση Χρόνιας Ασθένειας
Η άρνηση, ο θυμός, η κοινωνική απόσυρση αποτελούν ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Αρχικά, μπορεί κανείς να νιώθει ότι τα συναισθήματά του είναι «παγωμένα», ότι δεν νιώθει «τίποτα». Η συνειδητοποίηση είναι βέβαια επώδυνη όταν αυτό το αρχικό «μούδιασμα» αρχίζει να υποχωρεί και τα συναισθήματα επανέρχονται έντονα. Σε αυτό το στάδιο ο πάσχων χρειάζεται ιδιαίτερη ψυχολογική βοήθεια προκειμένου να αρχίσει να προσαρμόζεται και να επαναδομεί τις σχέσεις του και την καθημερινότητά του σε νέες βάσεις. Αναλογισμός και επαναδιαπραγμάτευση των απωλειών. Τι έχει πράγματι χαθεί;

Πιο αναλυτικά, αναφερόμαστε σε απώλειες σε λειτουργικό επίπεδο και στις σωματικές εκδηλώσεις της νόσου και κατά επέκταση στην ικανότητα του ατόμου να εκτελεί καθημερινές δραστηριότητες, να φροντίζει τον εαυτό του κοκ. Σε κοινωνικό επίπεδο η έκβαση εξαρτάται συχνά από τη φύση της ασθένειας. Θανατηφόρα νοσήματα μπορεί να ενεργοποιήσουν άγχος και συνεπώς αποφυγή από το άμεσα φιλικό περιβάλλον, ενώ νοσήματα που αποφέρουν κοινωνικό στίγμα μπορεί να οδηγήσουν και στην περιθωριοποίηση. Οι απώλειες σε επαγγελματικό επίπεδο εξαρτώνται επίσης από τη φύση της ασθένειας. Πολλοί ασθενείς με χρόνια νοσήματα συνταξιοδοτούνται αναγκαστικά ή μειώνεται σημαντικά η ικανότητά τους για εργασία που σημαίνει ότι η επαγγελματική τους ταυτότητα χάνεται και οι ίδιοι βιώνουν έλλειψη αυτοεκτίμησης και ενοχές που δεν μπορούν πια να είναι χρήσιμοι.

Διαχείριση Πόνου
Η διαχείριση του πόνου κατά την πορεία της ασθένειας είναι επίσης σημαντική σε πολλά επίπεδα. Πώς είναι να ζει κανείς με πόνο; Μπορεί ο πάσχων να ανακαλύψει μέσα του τις ψυχικές δυνάμεις για να αντιμετωπίσει το χρόνιο πόνο; Και αν η φύση της ασθένειας υπαγορεύει ανεξέλεγκτες κρίσεις και διαστήματα έντονου πόνου και ανημπόρειας; Η αίσθηση αδυναμίας και απώλειας ελέγχου είναι έντονη. Με ποιους τρόπους μπορεί να συμφιλιωθεί με τα νέα δεδομένα;

Σημειώνεται επίσης ότι σε πολλές περιπτώσεις και άτομα από το οικογενειακό περιβάλλον των πασχόντων εκδηλώνουν συμπτώματα μετατραυματικού στρες μετά την ανακοίνωση της διάγνωσης ή την εμπειρία των δικών τους ανθρώπων. Τι συμβαίνει όμως αλήθεια στην οικογένεια του ατόμου που πάσχει από μια χρόνια ασθένεια;

Όταν ένα μέλος της οικογένειας νοσεί, μπορεί όλοι μέσα στην οικογένεια να νιώθουν ότι νοσούν. Ως αποτέλεσμα, όλο το δυναμικό μέσα στην οικογένεια διαταράσσεται και αναζητά να βρει μια νέα ισορροπία. Η στάση των μελών παίζει καθοριστικό ρόλο στον τρόπο που ο ασθενής θα αποδεχτεί τη διάγνωση και την ασθένειά του. Η οικογένεια μπορεί να βοηθήσει ενισχύοντας ψυχικά τον ασθενή ή, αντιθέτως, μπορεί να τον αποδυναμώσει επιβαρύνοντας με πρόσθετη ανησυχία, υπερπροστασία ή θυμό. Η οικογένεια που θα βοηθήσει επιτυχώς σημαίνει ότι θα συμμετέχει ενεργά στη θεραπεία χωρίς να του επιτρέπει να την αποφύγει, θα ενθαρρύνει την ανεξαρτησία και θα ανταποκρίνεται στις συναισθηματικές ανάγκες.

 

Η σημασία ενός θεράποντος ιατρού που αντιμετωπίζει τον ασθενή ως ολότητα και έχει επίγνωση της επίδρασης του ψυχικού παράγοντα σε όλη την πορεία και θεραπεία της ασθένειας τονίζεται ιδιαίτερα. Ένας γιατρός που εστιάζει μόνο στην ασθένεια και τα συμπτώματά της δεν είναι κατάλληλος γιατί δεν λαμβάνει υπόψη την υψηλή επίδραση του στρες στην έκβαση της υγείας του ασθενή και τον οδηγεί σε ταύτιση με την ασθένειά του. Σε μια τέτοια κατάσταση ο πάσχων νιώθει ότι δεν μπορεί να ξεφύγει από τίποτα και ότι δεν μπορεί μα κανένα τρόπο να αποκτήσει ξανά την αίσθηση ελέγχου στη ζωή του.

Η εμπειρία παρόλα αυτά υποδεικνύει περιπτώσεις ανθρώπων που με δημιουργικό τρόπο και αγώνα βέβαια μπόρεσαν αρχικά να συνέλθουν από την ανακοίνωση της διάγνωσης και να διαχειριστούν υπέρ τους τη δύσκολη πορεία που είχαν να ακολουθήσουν. Η αποδοχή της απώλειας αποτελεί ένα πρώτο σημαντικό βήμα και η διαχείριση της οργής, του θυμού και του φόβου από την αίσθηση της αδικίας που βιώνεται.

Ο φόβος μπορεί να παραλύσει τις δυνάμεις του ανθρώπου και να κάνει όλες τις προοπτικές να φαίνονται πιο σκοτεινές. Όμως, μπορεί κανείς να είναι καλά ψυχολογικά και, κυρίως, να λειτουργεί δημιουργικά στη ζωή του ενώ νοσεί σωματικά, αν βέβαια έχει την πεποίθηση ότι η προσωπική αίσθηση αξίας ξεπερνά και υπερβαίνει τα όρια του σώματος. Μπορεί κανείς να διατηρήσει την ψυχολογική του υγεία και αυτό μπορούμε να το ελέγξουμε καλύτερα και είναι περισσότερο στα δικά μας χέρια. Από τη δική μας καλή ψυχική υγεία μπορεί να γεννηθεί η δημιουργικότητά μας που αποτελεί, αν μη τι άλλο, πηγή ζωής!

Source: e-psychology.gr

 

Έπαινος : έυκολος στην πράξη, μεγάλη η σημασία του για τα παιδιά.

Κάποιες φορές επαινούμε τα παιδιά, αλλά με έναν αναποτελεσματικό τρόπο. Παρακάτω θα περιγραφούν τρόποι για να μεγιστοποιήσετε τα οφέλη από τον έπαινο.

Να είστε συγκεκριμένοι

Ο αόριστος έπαινος συνήθως δίνεται κατά κόρον αλλά είναι γενικός και χωρίς να στοχεύει σε κάποια συμπεριφορά. Για παράδειγμα μπορεί συχνά να λέτε: ‘Μπράβο, σωστός, πολύ καλή δουλειά, είσαι φοβερός, καλό παιδί κ.ο.κ.’ Δυστυχώς, αυτές οι εκφράσεις δεν βοηθάνε διότι δεν περιγράφουν την συμπεριφορά που θέλετε να επιβραβεύσετε. Είναι περισσότερο αποτελεσματικό όταν οι έπαινοι αναφέρονται σε συγκεκριμένες συμπεριφορές. Αντί να πείτε δηλαδή: ‘Είσαι πολύ καλός’, μπορείτε να πείτε: ‘Κάθεσαι τόσο ήσυχος όταν τρώμε’ ή ‘Χαίρομαι που τακτοποίησες το δωμάτιο σου’. Η συγκεκριμένη περιγραφή της συμπεριφοράς θα βοηθήσει το παιδί να καταλάβει ποιές συμπεριφορές είναι σημαντικές.

Επαινείτε μόνο την κατάλληλη συμπεριφορά

Είναι σημαντικό ο έπαινος να γίνεται όταν συμβαίνει η κατάλληλη συμπεριφορά. Για παράδειγμα επαινέστε το παιδί όταν μοιράζεται ένα παιχνίδι με ένα άλλο παιδί, την στιγμή που το μοιράζεται. Ωστόσο, όταν το παιδί συμπεριφέρεται αρνητικά, αγνοείστε οποιαδήποτε θετική συμπεριφορά και αν κάνει. Δεν θα ήταν σωστό για παράδειγμα να επαινέσετε το ένα παιδί που μοιράστηκε τους μαρκαδόρους με το άλλο παιδί, όταν τους χρησιμοποίησαν για να ζωγραφίσουν στον τοίχο. Περιμένετε ώστε το παιδί να κάνει κάτι καλό και μετά να το επαινέσετε.

Δείξτε ενθουσιασμό!

Κάποιες φορές ο έπαινος γίνεται αναποτελεσματικός επειδή ο τρόπος που επαινούμε γίνεται με έναν μονότονο και διαδικαστικό τρόπο χωρίς να υπάρχει ευχάριστος τόνος, χαμόγελο ή βλεματική επαφή. Επαινώντας λοιπόν με έναν βαρετό, μη ενθουσιώδη τόνο φωνής, δεν δίνετε στα παιδιά να καταλάβουν ότι το εννοείτε και άρα η συμπεριφορά δεν ενισχύεται.

Μπορείτε να χρησιμοποιήσετε την γλώσσα του σώματος για να περάσετε το μήνυμα σας. Χαμογελάστε ή χαιρετήστε το με ζεστασιά δείχνοντας του έτσι ότι και εσείς χαρήκατε με την συμπεριφορά του. Θυμηθείτε ότι τα παιδιά που είναι πιο παρορμητικά και διασπώνται εύκολα, θα αδιαφορήσουν αν ο έπαινος γίνει με έναν αδιάφορο και ουδέτερο τρόπο. Ιδιαίτερα αυτά τα παιδιά θέλουν την ενθάρρυνση και τον έπαινο με έναν ενθουσιώδη τόνο φωνής, ακριβείς περιγραφές των θετικών συμπεριφορών, θετικές εκφράσεις του προσώπου και καλή βλεματική επαφή.

Φράσεις που μπορείτε να χρησιμοποιήσετε για ενθάρρυνση και έπαινο
‘Μου αρέσει όταν…’
‘Έβαλες τα πιάτα στο νεροχύτη. Είσαι πολύ καλός βοηθός!’
‘Αυτό που λες είναι πολύ καλή ιδέα…’
‘Έκανες καλή δουλειά που…’
‘Είμαι πολύ υπερήφανος που…’
‘Κοίτα πόσο καλά το έκανε αυτό…’ (αναφέρεστε σε κάποιον άλλο για την συμπεριφορά που έκανε το παιδί σας).
‘Αυτός είναι ένας καλός τρόπος να…’
‘Πραγματικά με ευχαριστεί όταν…’
‘Σε ευχαριστώ που…’
‘Θα πρέπει να νιώθεις πολύ περήφανος/η που…’

Αποφύγετε να συνδυάζετε τον έπαινο και την επίκριση

Μερικοί γονείς επαινούν και χωρίς να το καταλαβαίνουν γίνονται αμέσως μετά σαρκαστικοί ή βάζουν τιμωρία-συνέπεια. Αυτό είναι ένα από τα πιο καταστροφικά πράγματα που μπορεί να κάνει ένας γονιός. Όταν ένα παιδί συμπεριφέρεται με ένα τρόπο καινούριο και διαφορετικό, είναι πολύ δελεαστικό για μερικούς γονείς να γίνουν ειρωνικοί και σαρκαστικοί.

Για παράδειγμα: ‘Ήρθατε και οι δύο στο τραπέζι όταν σας το ζήτησα και αυτό είναι πολύ καλό. Αλλά προσπαθήστε την επόμενη φορά να έχετε πλύνει το πρόσωπο και τα χέρια σας πρώτα’ ή ‘Χαίρομαι που έστρωσες το κρεβάτι σου, αλλά γιατί δεν το κάνεις αυτό κάθε πρωί που ξυπνάς;’. Είναι σημαντικό να είστε θετικοί με την καινούρια συμπεριφορά και όχι αποθαρρυντικοί όπως οι γονείς στα παραδείγματα, διότι τα παιδιά θα σταματήσουν να προσπαθούν να συμπεριφέρονται θετικά. Όταν επαινείτε, θα πρέπει να είστε ξεκάθαροι και συγκεκριμένοι, χωρίς να υπενθυμίζετε στο παιδί προηγούμενες αρνητικές συμπεριφορές και αποτυχίες.

Επαινέστε όσο πιο σύντομα δείτε την σωστή συμπεριφορά

Μερικές φορές ο έπαινος δίνεται ώρες ή και μέρες αφότου έγινε η σωστή συμπεριφορά. Με αυτό τον τρόπο, ο έπαινος χάνει τηναξία του και αρχίζει να ακούγεται περισσότερο προσποιητός. Φυσικά, καλύτερα να επαινείτε με καθυστέρηση παρά καθόλου, αλλά η στιγμή που είναι η πιο αποτελεσματική για να επαινέσετε, είναι η στιγμή που θα δείτε την συμπεριφορά.

Αυτό σημαίνει ότι για να ενθαρρύνετε το παιδί σας προς τις σωστές συμπεριφορές, θα πρέπει να είστε σε εγρήγορση να το επαινείτε κάθε φορά που συμπεριφέρεται θετικά. Μην περιμένετε να ντυθεί ολόσωστα ή να τοποθετήσει όλα του τα παιχνίδια στο σωστό μέρος για να το επαινέσετε. Δώστε επιβράβευση με το που δείτε ότι ξεκινάει να μαζεύει τα παιχνίδια του ή να ντύνεται μόνη της. Στην αρχή, ιδιαίτερα όταν η κυρίαρχη αρνητική συμπεριφορά είναι έντονη και επαναλαμβανόμενη, ο έπαινος πρέπει να δίνεται συχνά και σταθερά. Με τον καιρό, μπορείτε σταδιακά να τον μειώσετε αφού πια το παιδί δεν θα ‘χρειάζεται’ να συμπεριφέρεται αρνητικά.

Σχεδιάστε να επαινείτε συγκεκριμένες συμπεριφορές που θέλετε να αλλάξουν σύμφωνα με τις ανάγκες του κάθε παιδιού

Ο σχεδιασμός και η στοχοθέτηση των συμπεριφορών που θέλετε να ενισχύσετε στα παιδιά σας είναι σημαντική αν θέλετε να δείτε αλλαγές. Για παράδειγμα, αν το παιδί σας είναι γενικά ντροπαλό, ήσυχο και δεν παίζει πολύ με τα άλλα παιδιά, μπορείτε να σχεδιάσετε να το επαινείτε κάθε φορά που παίρνει κάποιο ρίσκο, μιλάει μπροστά σε κόσμο ή σε μια παρέα ή δοκιμάζει κάτι καινούριο. Από την άλλη μεριά, αν το παιδί σας είναι απρόσεκτο και παρορμητικό μπορείτε να σχεδιάσετε μόνο για όταν ακούει αυτό που του λέτε (οδηγίες), όταν περιμένει την σειρά του, ή όταν μοιράζεται πράγματα.

Για τα παιδιά που είναι πολύ αντιδραστικά και εναντιωματικά, η μόνη και κυρίαρχη συμπεριφορά που πρέπει να ενισχύετε συνεχώς είναι να ακολουθούν και να συμμορφώνονται με τις οδηγίες σας. Το ίδιο ισχύει και με τις ακαδημαϊκές δυσκολίες. Αν το παιδί σας δυσκολεύεται με το γράψιμο ή την ανάγνωση, ενθαρρύνετε και επιβραβεύστε κάθε μικρή προσπάθεια που κάνει ακόμα και αν δεν πετυχαίνει το επιθυμητό αποτέλεσμα. Φτιάξτε μαζί με τον/την σύζυγό σας μία λίστα από συμπεριφορές που θα θέλατε να βλέπατε πιο συχνά και στην συνέχεια διαλέξτε μερικές από αυτές που συστηματικά θα παρακολουθείτε και θα ενισχύετε.

Η συμπεριφορά δεν χρειάζεται να είναι τέλεια, για να αξίζει τον έπαινο σας

Αυτό είναι κάτι που πρέπει να το αποδεχτείτε διότι όλη η σημασία του επαίνου και της ενθάρρυνσης βρίσκεται στην διαδρομή και το κάθε βήμα προς την σωστή συμπεριφορά. Έτσι, κάθε φορά που τα παιδιά δοκιμάζουν μια καινούρια συμπεριφορά ή προσπαθούν να συμπεριφερθούν διαφορετικά και προς μία θετική κατεύθυνση, πρέπει να τα επαινείτε. Αν περιμένουν να νιώσουν και να ακούσουν τον έπαινο σας όταν θα έχουν πετύχει την επιθυμητή συμπεριφορά, θα τα παρατήσουν στην διαδρομή. Η ενθάρρυνση και ο έπαινος σε κάθε βήμα, ενισχύει την προσπάθεια και την μάθηση. Τα δύο αυτά στοιχεία είναι και αυτά τα οποία διαμορφώνουν τις βάσεις για την επιτυχία.

Ενθαρρύνετε τα παιδιά σας να επαινούν τον εαυτό τους και τους άλλους

Σημαντικός τελικός στόχος μπορεί να είναι να ενθαρρύνετε τα παιδιά να επαινούν τους άλλους. Είναι μια χρήσιμη δεξιότητα που θα βοηθήσει τα παιδιά να συνάψουν υγιείς διαπροσωπικές σχέσεις. Επίσης, θέλουμε να μάθουν να επαινούν και τον εαυτό τους διότι έτσι θα βοηθηθούν να προσπαθούν περισσότερο και να είναι πιο επίμονα σε αυτό που κάνουν όσο δύσκολο και αν είναι.

Οι γονείς μπορούν για παράδειγμα να πουν στο παιδί: ‘Θα πρέπει να νιώθεις πολύ περήφανος/η που κατάφερες να διαβάσεις ένα ολόκληρο κεφάλαιο από το βιβλίο μόνος/η σου! Αυτό αξίζει για να δώσεις συγχαρητήρια στον εαυτό σου’. Με αυτό τον τρόπο, η επικέντρωση του γονέα γίνεται στην αναγνώριση και εκτίμηση της προσπάθειας και ο έπαινος είναι συγκεκριμένος και άμεσος.

Εξάσκηση + υπομονή = πρόοδος

Μην ξεχνάτε ότι έπαινος μπορεί να είναι το οτιδήποτε. Μία αγκαλιά, ένα βλέμμα, ένα χαμόγελο. Όποιος όμως και να είναι ο έπαινος, η διαδικασία του να διδάξετε σε ένα παιδί μια καινούρια δεξιότητα ή συμπεριφορά είναι χρονοβόρα και κάποιες φορές δύσκολη. Πρέπει δηλαδή συνεχώς να ενισχύετε την θετική συμπεριφορά με σταθερή συχνότητα. Κάθε αρχή και δύσκολη και όχι ακατόρθωτη. Άλλωστε, δεν έχετε τίποτα να χάσετε.

Πιθανόν, να έχετε ήδη δοκιμάσει διάφορους τρόπους και να μην έχει πετύχει κανένας. Δοκιμάστε να ακολουθήσετε με συνέπεια τις παραπάνω οδηγίες και είναι πολύ πιθανόν να δείτε πολύ σύντομα τις πρώτες αλλαγές στην συμπεριφορά του παιδιού σας. Είναι επίσης σημαντικό, αν είστε δύο ενήλικες στην οικογένεια, να συζητήσετε ποιες συμπεριφορές θα θέλατε να ενθαρρύνετε και να βελτιώσετε και με ποιο τρόπο θα μπορούσατε να το πετύχετε αυτό. Αν έχουν και οι δύο γονείς κοινή στρατηγική, τότε οι αλλαγές θα γίνουν πολύ πιο γρήγορα. Μην ξεχνάτε να επαινείτε το παιδί σας όταν είναι και άλλοι ενήλικες μπροστά και κυρίως, να επαινείτε τον εαυτό σας.

Source: E-psychology.gr

Σχολική Άρνηση – Τί είναι και πώς αντιμετωπίζεται.

Η άρνηση ενός παιδιού να παρακολουθήσει τα μαθήματα του σχολείου σε τακτά χρονικά διαστήματα και όχι περιστασιακά είναι μια δύσκολη κατάσταση που πρέπει να διαχειριστούν οι γονείς σε συνεργασία με τους δασκάλους. Παλαιότερα η άρνηση αυτή συνδυάζονταν αποκλειστικά και μόνο με τη φοβία.

Όμως σήμερα είναι παραδεκτό ότι πίσω από την αντίδραση του παιδιού υποκρύπτονται και διάφοροι άλλοι λόγοι. Συνήθως εμφανίζεται στα μοναχοπαίδια και στο νεότερο σε ηλικία παιδί της οικογένειας.

Η σχολική άρνηση δεν πρέπει να ταυτίζεται με το γνωστό σε όλους « σκασιαρχείο». Στη δεύτερη περίπτωση τα παιδιά προσποιούνται ότι πηγαίνουν στο σχολείο, αποκρύπτουν την αλήθεια  από τους γονείς , δεν νιώθουν αγωνία και πολλές φορές έχουν αντικοινωνική συμπεριφορά.

Ποια είναι τα συμπτώματα της σχολικής άρνησης;

1) Το παιδί συνήθως κλαίει και εκδηλώνει έντονο άγχος στη προοπτική να πάει σχολείο κάθε μέρα. Πολλές φορές είναι δυνατόν να παρουσιάσει επιθετική συμπεριφορά, απείθεια, προκλητικότητα ή και να κλειδωθεί στο δωμάτιο του αν οι γονείς του επιμένουν να μη χάσει τα μαθήματα.

2) Ένας έφηβος  μπορεί να προφασίζεται διάφορες αιτίες έτσι ώστε να καθυστερήσει και να χάσει τις πρώτες ώρες των μαθημάτων, ή ακόμα και όταν οδηγείται εγκαίρως στο σχολείο μπορεί να εγκαταλείπει την τάξη και να περιφέρεται στο προαύλιο.

3) Συχνά τα παιδιά παραπονούνται για συμπτώματα ασθενειών όπως διάρροια , πονοκέφαλο, ναυτία ενώ οργανικά δεν έχουν κανένα πρόβλημα, προκειμένου να αποφύγουν το σχολείο ή ακόμα και όταν πάνε προφασίζονται ασθένεια και φεύγουν νωρίτερα. Πολλές φορές τα μεγαλύτερα παιδιά χρησιμοποιούν την εμφάνιση σαν δικαιολογία για να αποφύγουν το σχολείο, όπως για παράδειγμα μια έντονη ακμή.

Η σχολική άρνηση εξελίσσεται σε μια προβληματική κατάσταση όταν η απουσία των παιδιών από το σχολείο είναι παρατεταμένη.

Είναι λοιπόν πολύ σημαντικό οι γονείς να λάβουν υπόψη τους  τα πρώτα συμπτώματα πολύ σοβαρά έτσι ώστε με την κατάλληλη συμπεριφορά να βοηθήσουν το παιδί τους και όχι να επιδεινώσουν το πρόβλημα.

Αίτια σχολικής άρνησης

1) Σχολικός  εκφοβισμός (bullying)
2) Αλλαγή σχολικής βαθμίδας όπως για παράδειγμα από το δημοτικό στο γυμνάσιο.
3) Αλλαγή σχολείου στην αρχή ή στα μέσα της χρονιάς.
4) Άγχος αποχωρισμού. Το παιδί μπορεί να βιώνει έντονα συναισθήματα ανησυχίας όταν αποχωρίζεται το οικογενειακό του περιβάλλον . Αυτό  μπορεί να συμβαίνει  είτε γιατί οι γονείς του είναι υπερπροστατευτικοί , είτε γιατί έχει αρνητικές αναμνήσεις από κάποιο συμβάν αποχωρισμού στο παρελθόν.
5) Αγωνία ότι κάτι άσχημο θα συμβεί σε κάποιον από τους γονείς του ενώ λείπει στο σχολείο π.χ ότι ο πατέρας του που πρόσφατα ανάρρωσε από κάποια σοβαρή αρρώστια μπορεί να αρρωστήσει ξανά.
6) Κοινωνικό άγχος ή φόβος ότι δεν θα αποκτήσει φίλους.
7) Προβλήματα με τους δασκάλους του.
8) Ακαδημαϊκά προβλήματα ή υπερβολική πίεση.
9) Μετακόμιση σε ‘άλλο σπίτι ή πόλη και αλλαγές στην οικονομική κατάσταση της οικογένειας.

Τι πρέπει να κάνουν οι γονείς;

1) Θα πρέπει το παιδί να εισπράττει ξεκάθαρα το μήνυμα για την αναγκαιότητα της σχολικής παρακολούθησης. Δεν θα πρέπει να ρωτάτε το παιδί θα πας σχολείο σήμερα; Θα  πρέπει να του τονίζεται ότι σαν γονείς θα κάνετε ότι χρειάζεται για να μην λείπει από το σχολείο και ότι αυτό είναι αδιαπραγμάτευτο.

2) Στα πρώτα στάδια της επανένταξης στο σχολικό περιβάλλον θα βοηθούσε να προτείνετε κάποια επιβράβευση μετά από μία ολόκληρη εβδομάδα συνεχούς παρακολούθησης, λέγοντας « Θα μπορούσαμε το Σαββατοκύριακο να κάνουμε κάποια δραστηριότητα της επιλογής σου».

3) Εάν κρατήσετε κάποια φορά το παιδί σπίτι μην το επιβραβεύετε. Για παράδειγμα δεν θα πρέπει να παίζει με παιχνίδια ή να βλέπει τηλεόραση ενώ οι συμμαθητές του κάνουν μάθημα.

4) Θα πρέπει και οι δύο γονείς να έχουν την ίδια σταθερή στάση έτσι ώστε το παιδί να μη προσπαθεί να εκμεταλλευτεί τον πιο υποχωρητικό από τους δύο.

5) Να είστε πρόθυμοι να συζητήσετε και να ακούσετε το παιδί σας γιατί είναι πολύ σημαντικό να νιώθει ότι μπορεί να σας εκμυστηρευτεί τους φόβους του και να νιώθει ότι θα το στηρίξετε στον αγώνα που κάνει.

6) Μην είστε υπερπροστατευτικοί αλλά δώστε πρωτοβουλίες στο παιδί σας. Ενισχύστε τα χόμπι και τα ενδιαφέροντα του.

7) Μειώστε τις συγκρούσεις και τις οικογενειακές εντάσεις.

8) Πολλές φορές είναι πιθανό τα συμπτώματα της σχολικής άρνησης να υποκρύπτουν υπερβολικό άγχος ή κατάθλιψη. Η αξιολόγηση τους από ειδικό είναι απαραίτητη.

9) Είναι σημαντικό να επισκεφτείτε έναν ειδικό για να σας καθοδηγήσει και επίσης να είστε σε επικοινωνία με τους εκπαιδευτικούς που διδάσκουν το παιδί σας.

10) Δεν θα πρέπει να αργείτε όταν πρέπει να πάρετε το παιδί σας από το σχολείο διότι του ενισχύεται τον φόβο ότι είναι πιθανό να το ξεχάσετε.

11) Δεν θα πρέπει να δείχνετε στο παιδί σας ότι στεναχωριέστε διότι έτσι του ενισχύεται την πεποίθηση ότι υπάρχει λόγος ανησυχίας.

Είναι σημαντικό επίσης οι εκπαιδευτικοί να κατανοήσουν ότι η σχολική άρνηση είναι ένα αρκετά σύνθετο πρόβλημα και δεν έχει σχέση με συμπεριφορές ανυπακοής εκ μέρους των παιδιών ή με ελλιπή  γονείκή φροντίδα.

Θα πρέπει να υπάρχει συνεργασία με τους γονείς και συγχρόνως να αναλάβουν και οι ίδιοι κάποιες πρωτοβουλίες για τη σταδιακή επάνοδο του παιδιού στο σχολείο.

Source: e-psychology.gr

Μοναχοπαίδι – Μόνο παιδί στην οικογένεια.

Ένα παιδί που μεγαλώνει χωρίς αδέλφια, μπορεί να έρθει αντιμέτωπο με θέματα και καταστάσεις που κάποιο άλλο παιδί με αδέλφια να μην αγγίξει ποτέ. Τα θέματα αυτά συνήθως πηγάζουνε απ’ το γεγονός ότι το μοναχοπαίδι λαμβάνει όλη την προσοχή και την αποκλειστική αγάπη των γονιών.

Σε αντίθεση με τα μοναχοπαίδια, τα παιδία με αδέλφια, μαθαίνουν μέσα από τη φύση της οικογένειας να μοιράζονται από υλικά μέχρι συναισθηματικά αγαθά. Μέσα από αυτή τη διαδικασία, μαθαίνουν επίσης να διεκδικούν, να μαλώνουν και κάποια στιγμή να καταλήγουν σε συμφωνία. Μαθαίνουν να παλεύουν για να διεκδικήσουν την δική τους μοναδική θέση στην οικογένεια, να δίνουν μάχες, να θυμώνουν, να κάνουν ελιγμούς και συμβιβασμούς, όλα όσα δηλαδή μαθαίνουν μέσα από την συμβίωση. Το πιο σημαντικό, όμως, χαρακτηριστικό που έχουν τα παιδιά με αδέλφια είναι ότι μπορούν να μοιράζονται τη ζωή με κάποιον που βλέπει τα πράγματα από την ίδια θέση, έτσι μπορούν αν φτιάξουν συμμαχίες, να μοιραστούν τα βάρη ή τις χαρές και όλα αυτά που θα δυσκολεύονταν να πουν στους γονείς τους.

Τα μοναχοπαίδια, έχουν να αντιμετωπίσουν τη ζωή της οικογένειας, χωρίς κάποιον να μπορεί να κοιτάει από την ίδια πλευρά τις καταστάσεις. Μεγαλώνουν με μία μοναξιά, με όλη την αγάπη και όλη την προσοχή αλλά και όλο το βάρος των γονιών, αλλά και την υπόλοιπης ελληνικής οικογένειας, που πέφτει πάνω τους. Έχουν να σταθούν μπροστά στην συναισθηματική υπερπροστασία των γονιών, οι οποίοι συνήθως υπερασχολούνται με τα δικά του συναισθήματα. Η υπερπροστασία αυτή προκύπτει κυρίως από την στενή σχέση που υπάρχει μεταξύ των γονιών και του παιδιού.

Τα παιδιά έχουν πολύ ευαίσθητες κεραίες και μπορούν να ρουφάνε όσα οι γονείς έχουν μέσα τους κρυμμένα, φυλαγμένα ή ακόμα και μη αναγνωρισμένα. Μπορεί να λέμε στα παιδιά ότι είμαστε καλά αλλά εκείνα ξέρουν πραγματικά πότε λέμε αλήθεια και πότε ψέματα. Τα μοναχοπαίδια το ξέρουν αυτό ακόμα καλύτερα. Έχουν ρουφήξει όλο τον εσωτερικό κόσμο των γονιών, όλα τα ανείπωτα τους.

Όπως και για τα παιδιά χωρίς αδέλφια, έτσι και οι γονείς με ένα μόνο παιδί, δεν έχουν να μοιράσουν την αγάπη, την προσοχή και τα συναισθήματα τους με περισσότερα μέλη. Η σχέση που αναπτύσσεται είναι συνήθως πολύ στενή, πολύ κοντινή και μπορεί τα όρια μεταξύ των ατόμων της οικογένειας να είναι ρευστά ή ελαστικά.

Υπάρχει μεγάλη συναισθηματική ταύτιση με τα παιδιά, κυρίως με τα μοναχοπαίδια. Μέσα σε μία τόσο κοντινή σχέση, συχνά οι γονείς μπερδεύουν τα δικά τους προσωπικά συναισθήματα με αυτά του παιδιού του, προβάλλουν τις αγωνίες τους, τις απογοητεύσεις, τους φόβους. Είναι συχνό οι γονείς να μην μπορούν να αντέξουν τη λύπη ή τα πιο δύσκολα συναισθήματα του παιδιού, όπως παράπονο, απογοήτευση, φόβο, με αποτέλεσμα να κάνουν τα πάντα ώστε το παιδί να μην τα νιώσει -πράγμα αδύνατο φυσικά! Προσπαθούν πολύ να το προστατέψουν από αυτά ή να το απαλλάξουν, στερώντας του έτσι κάποιες εμπειρίες. Όλα τα παραπάνω με ένα μαγικό τρόπο αποφορτίζονται ή διοχετεύονται καλύτερα σε μία οικογένεια με περισσότερα από ένα παιδιά.

Στη σχέση γονιού-παιδιού έτσι κι αλλιώς χρειάζεται να είμαστε σε εγρήγορση, όμως όταν το παιδί είναι μοναχοπαίδι, η ανάγκη αυτή εντείνεται.

source: e-psychology.gr

 

Ο φανταστικός φίλος του παιδιού μου.

Πολύ συχνά στο γραφείο μου ερωτώμαι από τους γονείς αν είναι ανησυχητικό που το παιδί τους έχει φανταστικό φίλο. Μάλιστα, πολλές φορές ο φανταστικός φίλος είναι τόσο πραγματικός που έχει όνομα και παίζει μαζί του ή συνομιλεί.

Είναι ανησυχητικό να έχει το παιδί μου φανταστικό φιλο;

Αρχικά για να απαντήσω το ερώτημα, δεν είναι καθόλου ανησυχητικό το παιδί να έχει φανταστικό φίλο ιδιαίτερα αν επρόκειτο για μοναχοπαίδι ή για ένα εσωστρεφές παιδί. Οι έρευνες δείχνουν ότι πάνω από το 65% των παιδιών έχουν φανταστικούς φίλους.

Οι φανταστικοί φίλοι μπορεί να έχουν ανθρώπινη μορφή ή κάποια μορφή ζώου και οι περισσότεροι είναι φιλικοί, ενώ κάποιοι άλλοι ακόμη και ενοχλητικοί. Επίσης, τα περισσότερα παιδιά αντιλαμβάνονται ότι οι φίλοι αυτοί δεν είναι πραγματικοί.

Γιατί δημιουργούν τα παιδιά φανταστικούς φίλους;

Τα παιδιά δημιουργούν φανταστικούς φίλους για πολλούς λόγους. Αρχικά, μπορεί να νιώθουν μοναξιά ή να μη μπορούν να εξωτερικεύσουν τα συναισθήματα τους και τους προβληματισμούς τους. Επιπλέον, οι φανταστικοί φίλοι βοηθούν το παιδί να διαχειρίζεται τα άγχη του. Ένα παιδί μπορεί να αγχώνεται για τους βαθμούς του στο σχολείο και το ίδιο να νιώθει και ο φανταστικός φίλος με αποτέλεσμα να του δίνει κουράγιο. Επίσης, ένα παιδί με φανταστικό φίλο γίνεται πιο δημιουργικό και επικοινωνιακό καθώς από μικρό χρησιμοποιεί τη φαντασία του και εξεζητημένες ικανότητες επεξεργασίας πληροφοριών.

Τι πρέπει να κάνουν οι γονείς;

Ως γονείς, αρχικά,  δεν πρέπει να προσβάλλετε το φανταστικό φίλο του παιδιού και αν σας δώσει το δικαίωμα μπορείτε κι εσείς να συνομιλήσετε με το φίλο του παιδιού ώστε να χτίσετε περισσότερη εμπιστοσύνη με το παιδί σας. Μπορείτε να ρωτήσετε το παιδί σας περισσότερα για αυτόν τον φίλο αφού έτσι μπορεί να ανακαλύψετε περισσότερα για τα ενδιαφέροντα, τους φόβους και τις ανησυχίες του παιδιού σας. Όσο το παιδί μεγαλώνει ο αόρατος φίλος θα παραγκωνιστεί μέχρι να εξαφανιστεί εντελώς.

 

Source: e-psychology.gr

ΕΠΙΓΝΩΣΗ- Η ΔΙΚΗ ΜΑΣ ΒΑθΥΤΕΡΗ ΓΝΩΣΗ.

Πολλές φορές, όταν προσηλώνομαι σε οποιαδήποτε δραστηριότητα ή εμπειρία μου, είτε πρόκειται για σκέψη, ομιλία είτε απλά για πλοήγηση στο ίντερνετ, αναρωτιέμαι αν τη δεδομένη στιγμή έχω επίγνωση ολόκληρου του σώματος, της αναπνοής μου και κάθε σκέψης, συναισθήματος και αίσθησης των αντικειμένων που χρησιμοποιώ.

Έχω επίγνωση άλλων πραγμάτων και ανθρώπων στον περιβάλλοντα χώρο καθώς φτιάχνω τον καφέ μου; Άραγε οι άνθρωποι μπορούμε έστω και λίγο να νιώσουμε τη διαφορά ανάμεσα στην εστίαση της προσοχής στην επιφάνεια του καθρέφτη και όχι στις μορφές που προβάλλονται πάνω της; Αν καταφέρουμε να παραμείνουμε με την προσοχή μας εστιασμένη πάνω στην επιφάνεια, τότε θα ανακαλύψουμε εύκολα και γρήγορα ότι δεν επηρεαζόμαστε από τις διάφορες μορφές που αντανακλώνται σε αυτή.

Ομοίως, σκέφτομαι ότι μπορεί να αντιλαμβανόμαστε αυτό που βλέπουμε, για παράδειγμα, στην τηλεόραση ή αυτό που μας λέει κάποιος άλλος, αλλά πόση επίγνωση του σώματος μας ή άλλων αντικειμένων μέσα στο δωμάτιο εκτός από την τηλεόραση έχουμε ή του ανθρώπου που μας μιλά την ίδια στιγμή; Κάθε φορά που η προσοχή μας εστιάζεται κατά αποκλειστικότητα σε κάτι που βιώνουμε, χάνουμε την επαφή με την καθαρή επίγνωση, κι αυτό γιατί «η καθαρή επίγνωση είναι σαν τον κενό χώρο, εμπεριέχει όλα μας τα βιώματα, είναι ένα με αυτά, συνάμα όμως διακρίνεται από αυτά».

Τότε φτάνουμε αναλογιζόμενοι τη σχέση μας με το χρόνο, να νιώθουμε την ανάγκη να την αναθεωρήσουμε και να τη στηρίξουμε σε καινούργια θεμέλια, αυτά της συνειδητότητας και της καθαρής επίγνωσης. Για να επιτευχθεί αυτό, χρειάζεται να έρθουμε εγγύτερα στην ουσία της ύπαρξης και στην αλήθεια που τη διαπνέει, ότι δηλαδή «είμαστε συνειδητοί, άρα υπάρχουμε».

Η θέληση χωρίς επίγνωση δυναμιτίζει εξαιτίας του φόβου και της άγνοιας τις τάσεις του εαυτού, τις συνήθειες και την ίδια την άγνοια, καθώς υπάρχει σύγχυση και σύγκρουση στις σκέψεις και στα συναισθήματά μας . Η πνευματική και συναισθηματική διαύγεια αίρειται, όταν υπάρχει απλώς κριτική ή αρνητικότητα ή αποδοχή, αντί της παρατήρησης των σκέψεων και των συναισθημάτων.

Γι ‘ αυτό τί χρειάζεται να κάνουμε; Να δίνουμε χρόνο στους εαυτούς μας να παραμείνουν συνειδητοί, γιατί έτσι τους προσφέρουμε την ευκαιρία να ανοιχτούν σε έναν ευρύτερο χώρο επίγνωσης, που θα μας επιτρέψει να οδηγηθούμε σε ευστοχότερες αποφάσεις, προοπτικές και καινούργιες ενοράσεις σε ό, τι μπορεί να μας προβληματίζει. Να επιτύχουμε έναν θεραπευτικό μετασχηματισμό των ανθρώπινων σχέσεων, σαν να υφαίνουμε από την αρχή το πλεκτό των διαπροσωπικών μας σχέσεων με πιο γερή και ποιοτική κλωστή, με σταθερότερες ραφές.

Μέσα στο ευρύ φάσμα της καθαρής επίγνωσης εμφανίζονται και εξαφανίζονται όλοι οι κόσμοι. Υφίστανται ή όχι, επειδή υπάρχει η επίγνωση. Αυτή είναι η αλήθεια την οποία καλούμαστε κάθε στιγμή να επισφραγίσουμε και να ενδυναμώσουμε μέσα από την προσωπική μας εμπειρία…

Δεν πρόκειται, λοιπόν, για δημιούργημα κάποιας αυθεντίας, αλλά για υποχρέωσή μας που πραγματώνεται μέσα από τη συστηματική επίγνωση της εμπειρίας, αλλά και από τη βαθιά και άμεση εμπειρία της ίδιας της επίγνωσης, γεγονός που αποτελεί το απαύγασμα της αυτογνωσιακής διαδικασίας. Όταν, λοιπόν, αποκτήσουμε επίγνωση της επίγνωσης, κάτι συγκλονιστικά διαφορετικό γεννιέται μέσα μας. Η αίσθηση του εαυτού μας, αυτό δηλαδή που ονομάζουμε «εγώ», αλλάζει δραματικά από εκείνη που είχαμε σε ολόκληρη τη ζωή μας.

Σε όλο αυτό το δημιουργικό ταξίδι, σε όλη την προσπάθεια να ισορροπήσουμε την πλάστιγγα της παρόρμησης και της επίγνωσης, έχουμε ανάγκη και ανθρώπους που μας δίνουν το χώρο και να χρόνο που ο καθένας μας χρειάζεται για να αγγίξει τη συνειδητότητα. Να μη μας κρατούν κακία, να μη μας πιέζουν, να γίνονται αρωγοί και φωτεινοί σηματοδότες. Όχι ανασταλτικοί παράγοντες. Για τέτοιους λόγους μεταξύ άλλων είμαι ευγνώμων στα πρόσωπα που θα’ ρθουν ή που ήρθαν στη ζωή μου κι έφυγαν, και κυρίως σε όσα έμειναν, γιατί με το βελούδο τους εξομαλύνουν τις ακάνθινες απολήξεις μου που μπορεί να πλήξουν αυτόν μου τον απώτερο στόχο … Όλοι τους έβαλαν και θα βάλουν ένα λιθαράκι με τον ένα ή τον άλλο τρόπο στο οικοδόμημα της αυτο-επίγνωσής μου και γι’ αυτό θα τους είμαι παντοτινά ευγνώμων.

 

Source: e-psychology.gr

 

Σύνδρομο “mobbing”

Aν και ο εκφοβισμός είναι ευρύτερα γνωστός στο σχολικό περιβάλλον, δεν φαίνεται να περιορίζεται μόνο σε αυτό. Πολλοί ερευνητές έχουν προσπαθήσει να ορίσουν τον εκφοβισμό στο χώρο εργασίας, ένα φαινόμενο που ονομάζεται “mobbing”.

Τα χαρακτηριστικά το εκφοβισμού στην εργασία
Αρχικά, θα ήθελα να αναφέρω τέσσερα χαρακτηριστικά που φαίνεται να αξιολογούνται ως τα ουσιαστικότερα στο φαινόμενο του εκφοβισμού στο χώρο της εργασίας:

α) Η κακόβουλη πρόθεση του επιτιθέμενου. O δράστης θέλει να βλάψει και να πληγώσει το θύμα με διάφορους τρόπους. Για παράδειγμα, οι δράστες (ίσως είναι ο διευθυντής) υπονομεύουν, γελοιοποιούν, απειλούν, βάζουν τις φωνές και ταπεινώνουν το θύμα μπροστά σε τρίτους, το κατηγορούν για ασήμαντες πράξεις ή εκφράζουν αμφιβολίες για την επίδοσή τους.

β) Η επώδυνη αντίδραση του στόχου. Αυτό σημαίνει ότι οι δράστες θέλουν να φέρουν σε δύσκολη θέση το στόχο και να τον ταπεινώσουν. Συχνά, ο δράστης αυξάνει τις ευθύνες του στόχου, του αναθέτει υπερβολικό όγκο εργασίας (χωρίς σαφείς περιγραφές) και δίνει μία παράλογη προθεσμία ώστε να μην καταφέρει να την εκπληρώσει ο εργαζόμενος.

γ) Η κατ’ επανάληψη επιθετική συμπεριφορά. Ο δράστης εφαρμόζει αρνητική συμπεριφορά απέναντι στο θύμα για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα (όπως συμβαίνει και στον σχολικό εκφοβισμό) και το θύμα αδυνατεί να διαχειριστεί την κατάσταση.

δ) Η αδικία. Δεν είναι λίγες οι φορές που συναντάμε σε εργασιακούς χώρους κάποια άτομα να έχουν λιγότερο προνομιακή μεταχείριση από κάποιο άλλο. Τα θύματα στερούνται του δικαιώματος της κανονικής άδειας τους, της αναρρωτικής και -κυρίως- οικογενειακής. Όταν βρίσκονται σε άδεια τους παρενοχλούν με απειλητικά ή δυσάρεστα τηλεφωνήματα στο σπίτι ή στις διακοπές. Επίσης, οι δράστες αδικούν το θύμα κάνοντας εξόφθαλμες διακρίσεις (π.χ. όλοι μπορούν να κάνουν ένα μεγάλο διάλειμμα εκτός από το θύμα ή εάν κάνει σε περίπτωση που καθυστερήσει ακόμη και ένα λεπτό θα του γίνει παρατήρηση σα να διέπραξε πειθαρχικό αδίκημα).

Η συστηματική κατάχρηση εξουσίας
Οι Smith και Sharp (1994) όρισαν εύστοχα -και με πολύ απλά λόγια- τον εκφοβισμό στο χώρο εργασίας ως: «η συστηματική κατάχρηση της εξουσίας».

Οι Spring και Stern (1998) δηλώνουν ότι εκφοβισμός είναι η συμπεριφορά που έχει στόχο να ταπεινώσει, να υποτιμήσει και να τραυματίσει την αξιοπρέπεια και την αξία του ατόμου. Είναι αξιοσημείωτο ότι οι περισσότερες έρευνες έχουν επιβεβαιώσει ως ανεπαρκή τον δράστη. Με λίγα λόγια, ο εκφοβισμός, ως καταπιεστική πρακτική προέρχεται κυρίως από τη διοίκηση – ιδίως από διευθυντές που είναι οι ίδιοι ανεπαρκείς αλλά και δυσλειτουργικά, διαταραγμένα άτομα. Έτσι, κακομεταχειρίζονται και εκφοβίζουν συγκεκριμένα πρόσωπα με σκοπό να τους προκαλέσουν δυσφορία, άγχος, αμηχανία, λύπη και άλλα αρνητικά συναισθήματα ώστε να αισθανθούν οι ίδιοι επαρκείς και ικανοί να εκπληρώσουν τους διευθυντικούς τους ρόλους.

Τέλος, πρέπει να αναφέρω τον συγκεκαλλυμένο εκφοβισμό. Ειδικότερα, υπάρχουν πολλές περιπτώσεις «εταιρικού εκφοβισμού», όπου ο εργοδότης καταπιέζει τους υπαλλήλους, γνωρίζοντας ότι δεν θα τιμωρηθεί η στάση του, λόγω κενού του νόμου ή και της υψηλής ανεργίας. Επομένως η στάση του “δικαιολογείται” αν και δεν φαίνεται να διαφέρει από τις αρνητικές τακτικές που εφαρμόζονται στον παραδοσιακό εκφοβισμό.

Πως σχετίζεται ο σχολικός εκφοβισμός με τον εκφοβισμό στο χώρο εργασίας;
Χωρίς αμφιβολία, υπάρχει μια αντιστοιχία στους τρόπους με τους οποίους ασκείται ο εκφοβισμός στα παιδιά του σχολείου και σε εκείνους που αντιμετωπίζονται οι εργαζόμενοι στο χώρο εργασίας. Ίσως το πιο εμφανές σημείο είναι η απειλή της προσωπικής υπόστασης. Αυτό επιτυγχάνεται με τα παρακάτω:

Το να σου βάζουν δυνατά τις φωνές.
Το να λένε ψέματα για εσένα στους άλλους.
Το να κάνουν προσβλητικά σχόλια για την προσωπική σου ζωή.
Το να γίνεσαι αντικείμενο χλευασμού.
Το να σου λένε λέξεις που σκοπό έχουν να σε πληγώσουν.
Επιπρόσθετα, τα άτομα-στόχοι επωμίζονται ιδιαίτερα επαχθή καθήκοντα χωρίς αιτιολόγηση, όπως υπερβολική και αναίτια πίεση για πιο σκληρή δουλειά. Αυτή η μορφή εκφοβισμού πλήττει και τα παιδιά του σχολείου, όταν για παράδειγμα κάποιος τους βάζει αδικαιολόγητα πολλές εργασίες για το σπίτι και πάντα από πίσω υπάρχει η δικαιολογία της μεγιστοποίησης της παραγωγής ή της ολοκλήρωσης της ύλης.

Καταληκτικά, ο εκφοβισμός τόσο στο σχολικό περιβάλλον όσο και σε άλλα πλαίσια, όπως αυτό της εργασίας, αποτελεί αρκετά συχνά φαινόμενο το οποίο πολλές φορές δικαιολογείται και καλύπτεται από αθώες ερμηνείες.

Είναι απαραίτητο να δίνεται η ανάλογη προσοχή σε τέτοια φαινόμενα και κάθε ενήλικας να μάθει να προστατεύει τον εαυτό του από τέτοιου είδους “παγίδες”. Τέλος, η εκπαίδευση των παιδιών στην υπεράσπιση του εαυτού τους είναι αναγκαία και πρέπει να γίνεται από τον γονιό, τον δάσκαλο ή τον ειδικό προκειμένου το παιδί να προστατεύει τον εαυτό του και έπειτα ως ενήλικας να αναγνωρίζει και να διαχειρίζεται τέτοιες καταστάσεις.

 

Source: E-psychology.gr

 

Τραυματικές εμπειρίες. Επώδυνα βιώματα που μας ακολουθούν ή ευκαιρία για προσωπική ανάπτυξη;

Στην καθημερινή μας ζωή, όλοι βιώνουμε τραύματα μικρά ή μεγάλα. Κάποια τα προσπερνάμε , κάποια μας συνοδεύουν το υπόλοιπο της ζωής μας. Κάποιες εμπειρίες μπορεί να είναι πολύ έντονες, τρομακτικές με αποτέλεσμα να χάνουμε κάθε αίσθηση ελέγχου. Θα μπορούσαμε να βρεθούμε σε ένα αυτοκινητιστικό δυστύχημα, να είμαστε θύματα παρενόχλησης, να πεθάνει ένα αγαπημένο μας πρόσωπο ή να στιγματιστούμε από έναν χωρισμό.

Πολλές φορές , οι εμπειρίες αυτές ξεπερνιούνται χωρίς να χρειαστούμε βοήθεια από κάποιον ειδικό, άλλες φορές τα τραύματα αυτά μπορεί να προκαλέσουν αντιδράσεις οι οποίες να διαρκέσουν από μήνες έως χρόνια.

Τι συμβαίνει σε ψυχολογικό επίπεδο όταν βιώνουμε μία τραυματική εμπειρία;
Υπάρχουν διάφορες θεωρίες οι οποίες προσπαθούν να εξηγήσουν γιατί οι τραυματικές εμπειρίες έχουν τέτοια καθοριστική επίδραση στην προσωπικότητα μας και στην ζωή μας. Οι περισσότερες συγκλίνουν στο γεγονός ότι μας βομβαρδίζουν μαζικά με πληροφορίες οι οποίες μας αναγκάζουν με βίαιο και απότομο τρόπο να αναθεωρήσουμε πράγματα που μέχρι εκείνη τη στιγμή αντιμετωπίζαμε ως δεδομένα.

Πιο συγκεκριμένα, όλοι οι άνθρωποι διατηρούμε αντιλήψεις σε σχέση με τον εαυτό μας , τις σχέσεις με τους άλλους και τον κόσμο γύρω μας, μέσω των οποίων ερμηνεύουμε τις εισερχόμενες πληροφορίες και γενικά τις εμπειρίες μας. Τα τραυματικά γεγονότα φανερώνουν πληροφορίες οι οποίες έρχονται σε αντίθεση με τις μέχρι τώρα αντιλήψεις μας με αποτέλεσμα να προκαλείται μία φυσιολογική αντίδραση του οργανισμού μας η οποία όμως δημιουργεί άγχος που συχνά είναι δύσκολα διαχειρήσιμο. Μάλιστα, όσο πιο έντονες, απότομες και ασύμβατες με τις ήδη υπάρχουσες πεποιθήσεις μας, τόσο πιο απειλητικές βιώνονται από τον οργανισμό.

Διαταραχή Μετατραυματικού Στρες
Αρχικά, να τονίσω την διαφοροποίηση που υπάρχει μεταξύ στο στρες που βιώνει ένας άνθρωπος στην καθημερινότητα του από καταστάσεις που μας δημιουργούν συναισθήματα λύπης, δυσφορίας, απογοήτευσης όπως είναι οι σχέσεις, οι προσδοκίες στη δουλειά μας ή η ανάγκη να τα βγάλουμε εις πέρας κάτω από δύσκολες συνθήκες. Πρόκειται για μία αίσθηση «ανησυχίας» ή εγρήγορσης που πιθανό και να μας κινητοποιεί σπρώχνοντας μας να εντείνουμε τις προσπάθειες.

Χαρακτηριστικό στην ΔΜ.Σ είναι ότι το άτομο βιώνει αντιφατικά συμπτώματα τα οποία περιλαμβάνουν αναμνήσεις οι οποίες εισβάλλουν σαν εφιάλτες ή έντονες και ζωντανές εικόνες, κάνοντας το άτομο να ξαναζεί την τραυματική εμπειρία ενώ παράλληλα προσπαθεί να αποφύγει οποιαδήποτε ανάμνηση ή ερέθισμα που ενδεχομένως του θυμίζει αυτή την εμπειρία, δίνοντας την εντύπωση μιας «συναισθηματικής απάθειας». Φαίνεται παράλογο αλλά πρόκειται για έναν προστατευτικό μηχανισμό άμυνας, μέσω του οποίου προσπαθούμε να αμβλύνουμε τον πόνο και τα συναισθήματα θυμού, λύπης, απόγνωσης αλλά και τύψεις που συχνά συνοδεύουν την Δ.Μ.Σ.

Τελικά, οι τραυματικές εμπειρίες θέτουν υπό αμφισβήτηση πεποιθήσεις που μέχρι τότε μας όριζαν και μας έδιναν συναισθηματική ασφάλεια. Φανερώνει αλήθειες που φτάνουν βαθιά στην ύπαρξη μας όπως ότι είμαστε άτρωτοι, δυνατοί, ότι έχουμε τον έλεγχο στη ζωή μας, αφήνοντας μας εκτεθειμένους τη στιγμή που νιώθουμε ευάλωτοι, ανίσχυροι, με αβεβαιότητα για το μέλλον και με μία αίσθηση αδικίας για αυτό που συμβαίνει.

Ευκαιρία για προσωπική ανάπτυξη
Η αποκατάσταση της ισορροπίας έρχεται όταν μπορέσουμε να κατανοήσουμε τις εμπειρίες αυτές και να αποδεχτούμε τα συναισθήματα μας καθώς και την ανάγκη μας να προστατεύσουμε τον εαυτό μας και να τον φροντίσουμε. Αν και η διαδικασία αυτή είναι επώδυνη, τα οφέλη είναι καθοριστικά για τη ζωή μας. Το άγχος και τα συναισθήματα δυσφορίας είναι η κινητήριος δύναμη ώστε να γνωρίσουμε καλύτερα τον εαυτό μας και να προσπεράσουμε επιρροές και προσδοκίες που προέρχονται από εξωτερικές πηγές, όπως οι «σημαντικοί άλλοι», θέτοντας έτσι τους δικούς μας όρους και δίνοντας χώρο στη δική μας εξέλιξη. Είμαστε περισσότερο έτοιμοι να αντιμετωπίσουμε δυσκολίες οι οποίες μπορεί μεν να μας αναστατώσουν και να φανερώσουν την «προσωρινότητα» των δεδομένων μας αλλά έχουμε σιγουριά και δύναμη ότι θα τα καταφέρουμε.

Source: e-psychology.gr

Ποιοι είναι οι «Κακοί Άνθρωποι»; Μια ενδιαφέρουσα μελέτη του BBC

Άρθρο του David Robson στο BBC

Γιατί ορισμένοι άνθρωποι είναι ιδιαίτερα εγωιστές, χειριστικοί και αγενείς; Ο David Robson ζητά από έναν επιστήμονα να μιλήσει για τις πιο σκοτεινές πλευρές της ανθρώπινης διάνοιας.

Αν είχατε την ευκαιρία να αλέσετε ακίνδυνα έντομα σε έναν μύλο του καφέ, θα απολαμβάνατε την εμπειρία; Ακόμη και αν τα έντομα αυτά είχαν ονόματα και μπορούσατε να ακούσετε το κέλυφός τους να σπάει; Ή μήπως θα νιώθατε μια διεστραμμένη ευχαρίστηση τρομάζοντας έναν ανυποψίαστο άνθρωπο με κάποιον έντονο θόρυβο;

Αυτά είναι μόνο μερικά από τα πειράματα που εφαρμόζει ο καθηγητής Ψυχολογίας Delroy Paulhus με σκοπό να κατανοήσει τις «σκοτεινές προσωπικότητες» που υπάρχουν γύρω μας. Ουσιαστικά, προσπαθεί να δώσει απάντηση σε μια ερώτηση που όλοι ίσως θέλουμε να κάνουμε: γιατί ορισμένοι άνθρωποι ευχαριστιούνται όταν φέρονται με σκληρότητα; Και δεν αναφερόμαστε μόνο σε ψυχοπαθείς δολοφόνους, αλλά και σε άτομα που επιδίδονται σε σχολικό εκφοβισμό και διαδικτυακό τρολάρισμα, ακόμη και σε φαινομενικά έντιμα μέλη της κοινωνίας, όπως είναι οι πολιτικοί και οι αστυνομικοί.

Ο καθηγητής από το Βρετανικό Πανεπιστήμιο της Κολούμπια στον Καναδά αναφέρει ότι είναι εύκολο να βγάλουμε γρήγορα και απλοϊκά συμπεράσματα σχετικά με αυτούς τους ανθρώπους: «Έχουμε την τάση να χαρακτηρίζουμε «άγγελο» ή «διάβολο» το κάθε άτομο που συναντάμε, διότι θέλουμε να απλοποιήσουμε τον κόσμο μας σε καλούς ή κακούς ανθρώπους». Αν και ο Paulhus δεν δικαιολογεί τη σκληρότητα, η προσέγγισή του είναι πιο αποστασιοποιημένη, όπως θα έκανε ένας ζωολόγος που μελετά δηλητηριώδη έντομα, επιτρέποντάς του να δημιουργήσει μια «ταξινόμηση», όπως την αποκαλεί, με διαφορετικά είδη από τη σκοτεινή πλευρά της καθημερινότητας.

Αυτοεκτίμηση

Το ενδιαφέρον του Paulhus ξεκίνησε με τους ναρκισσιστές, δηλαδή τους απίστευτα εγωιστές και φιλάρεσκους ανθρώπους, οι οποίοι μπορεί να επιτεθούν με σκοπό να προστατεύσουν τη δική τους αίσθηση αυτοαξίας. Στη συνέχεια, περισσότερο από μια δεκαετία πριν, ο απόφοιτος Kevin Williams του πρότεινε να διερευνήσουν κατά πόσον αυτές οι εγωκεντρικές τάσεις συνδέονται με δύο άλλα αρνητικά χαρακτηριστικά: τον μακιαβελισμό (ψύχραιμη χειραγώγηση των άλλων) και την ψυχοπάθεια (αναισθησία και απάθεια για τα συναισθήματα των άλλων). Μαζί ανακάλυψαν ότι αυτά τα τρία χαρακτηριστικά ήταν σε μεγάλο βαθμό ανεξάρτητα, αν και μερικές φορές συνέπιπταν δημιουργώντας μια «σκοτεινή τριάδα» – ένα τριπλό χτύπημα αγριότητας.

Είναι εκπληκτικό το πόσο ειλικρινείς μπορεί συχνά να είναι οι συμμετέχοντες στα πειράματά του. Στα ερωτηματολόγιά του ζητά συνήθως από τους συμμετέχοντες να συμφωνήσουν με δηλώσεις όπως «Μου αρέσει να ενοχλώ τα πιο αδύναμα άτομα» ή «Είναι προτιμότερο να μην μου αποκαλύψετε τα μυστικά σας». Θα φανταζόσασταν ίσως ότι αυτά τα χαρακτηριστικά θα ήταν πολύ δυσάρεστο να τα παραδεχτεί κανείς, αλλά τουλάχιστον στο εργαστήριο οι άνθρωποι ανοίγονται και οι απαντήσεις τους φαίνεται ότι σχετίζονται με τη χρήση εκφοβισμού στην πραγματική ζωή τους τόσο κατά την εφηβεία όσο και στην ενήλικη ζωή. Επίσης, έχουν περισσότερες πιθανότητες να απατήσουν τους/τις συζύγους τους (ιδιαίτερα εκείνοι που έχουν μακιαβελικές και ψυχοπαθητικές τάσεις) και να αντιγράψουν στις εξετάσεις.

Ο Paulhus επικεντρώνεται κυρίως σε άτομα της καθημερινότητας παρά σε εγκληματικά ή ψυχιατρικά περιστατικά. Τα γνωρίσματα αυτά λοιπόν δεν είναι με κανένα τρόπο εμφανή από την πρώτη συνάντηση. «Οι άνθρωποι αυτοί ζουν μέσα στην κοινωνία κι έτσι διατηρούν τον έλεγχο προκειμένου να μην έχουν οι ίδιοι μπλεξίματα. Μπορεί όμως να τραβούν την προσοχή σας πότε πότε». Οι άνθρωποι που παρουσιάζουν ιδιαίτερα υψηλό ναρκισσισμό, για παράδειγμα, εμφανίζουν γρήγορα την τάση τους να υπερβάλλουν για τον εαυτό τους, γεγονός που αποτελεί μια από τις στρατηγικές που τους βοηθά να ενισχύουν τον εγωισμό τους. Σε μερικά πειράματα, ο Paulhus τους παρουσίασε ένα θέμα που είχε επινοήσει ο ίδιος και εκείνοι προσπάθησαν γρήγορα να δείξουν ότι γνώριζαν τα πάντα – μόνο και μόνο για να θυμώσουν όταν στη συνέχεια τους αμφισβήτησε. «Προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι αυτό εντάσσεται σε μια αντίληψη που τους επιτρέπει να ζουν με μια διαστρεβλωμένη θετική άποψη για τον εαυτό τους».

Οι άνθρωποι γεννιούνται κακοί;

Μόλις ο Paulhus άρχισε να ερευνά τις σκοτεινές προσωπικότητες, σύντομα υπήρξαν κι άλλοι που ήθελαν να βρουν απαντήσεις σε μερικές βασικές ερωτήσεις σχετικά με τον άνθρωπο. Για παράδειγμα, οι άνθρωποι γεννιούνται κακοί; Μελέτες στις οποίες έγινε σύγκριση σε πανομοιότυπα και διζυγωτικά δίδυμα, έδειξαν μια σχετικά μεγάλη γενετική συνιστώσα τόσο για τον ναρκισσισμό όσο και για την ψυχοπάθεια. Ο μακιαβελισμός φαίνεται ότι οφείλεται περισσότερο στο περιβάλλον, δηλαδή είναι δυνατόν να μάθει κανείς από τους άλλους πώς να χειραγωγεί. Πάντως, οτιδήποτε και αν έχουμε κληρονομήσει, δεν απομακρύνει την προσωπική μας ευθύνη. Η Minna Lyons από το Πανεπιστήμιο του Λίβερπουλ ισχυρίζεται ότι κανείς δεν γεννιέται με γονίδια ψυχοπάθειας ώστε να μην μπορεί να γίνει τίποτα γι’ αυτό.

Το μόνο που πρέπει να κάνετε είναι να σκεφτείτε τους αντιήρωες της λαϊκής κουλτούρας – τον James Bond, τον Don Draper από την τηλεοπτική σειρά Mad Men ή τον Jordan Belfort από την κινηματογραφική ταινία Wolf of Wall Street για να συνειδητοποιήσετε ότι οι σκοτεινές προσωπικότητες έχουν σεξαπίλ, κάτι που υποστηρίζεται από πολλές επιστημονικές μελέτες. Περαιτέρω ενδείξεις μπορεί να προέλθουν από ένα άλλο βασικό χαρακτηριστικό του ανθρώπου: από το γεγονός του αν είστε πρωινοί ή βραδινοί τύποι. Η Lyons και η φοιτήτριά της Amy Jones διαπίστωσαν ότι τα «νυχτοπούλια», οι άνθρωποι που μένουν ξύπνιοι μέχρι αργά αλλά δεν μπορούν να σηκωθούν το πρωί, έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να διαθέτουν κάποια από τα παραπάνω αρνητικά χαρακτηριστικά.

Συχνά είναι ριψοκίνδυνοι, είναι πιο χειριστικοί (μακιαβελικό χαρακτηριστικό) και ως ναρκισσιστές τείνουν να εκμεταλλεύονται τους άλλους ανθρώπους. Αυτό θα μπορούσε να βγάζει νόημα, αν σκεφτεί κανείς την εξέλιξή μας: ίσως οι σκοτεινές προσωπικότητες έχουν περισσότερες πιθανότητες να κλέψουν, να χειρίζονται τους άλλους και να έχουν παράνομες σεξουαλικές σχέσεις όταν όλοι οι άλλοι κοιμούνται, κι έτσι εξελίχθηκαν σε πλάσματα της νύχτας.

Όποια και αν είναι η αλήθεια αυτής της θεωρίας, ο Paulhus συμφωνεί ότι πάντα θα υπάρχει χώρος γι’ αυτούς να εκμεταλλευτούν τους άλλους: «Οι ανθρώπινες κοινωνίες είναι τόσο περίπλοκες που υπάρχουν πολλοί διαφορετικοί τρόποι για την ενίσχυση της επιτυχίας – ορισμένοι απαιτούν να φερόμαστε ευγενικά και άλλοι να φερόμαστε άσχημα».

 

Πηγή: http://www.spiritalive.gr/pii-ine-kaki-anthropi-mia-endiaferousa-meleti-tou-bbc/